General Vocabulary Greek flag Greek |  ελληνική γλώσσα

Medical Environment | Taking the medical history | Physical Examination | Tests & Medication

 

  • Personnel

  • Medical Equipment

  • Finding your way around

  • Daily Routine

  • Downloads
    Other languages

 

Personnel    Προσωπικό
doctors  γιατροί
medical student  φοιτητής ιατρικής
Medical student attending clinical studies/clinical medicine as part of their medical degree program (Germany, France, Spain …) φοιτητής ιατρικής σε κλινικό έτος
doctor  γιατρός 
junior doctor/intern ειδικευόμενος
F1/F2 doctor  ειδικευόμενος
Senior Registrar Επιμελητής Α'
Registrar Επιμελητής Β΄
Consultant Καθηγητής
Consultant in chief Αναπληρωτής Διευθυντής Κλινικής
Head Physician/Head of Department Διευθυντής Κλινικής
ward physician Υπεύθυνος Θαλάμου
surgeon  Χειρουργός
anesthetist  Αναισθησιολόγος
obstetrician/gynecologist  Μαιευτήρας/Γυναικολόγος
pediatrician  Παιδίατρος
radiologist  Ακτινολόγος
psychiatrist  Ψυχίατρος
specialist in ...  Ειδικός σε...
cardiologist  Καρδιολόγος
gastroenterologist  Γαστροεντερολόγος
clinical pathologist Κλινικός παθολόγος
pathologist Παθολογανατόμος
urologist Ουρολόγος
ophthalmologist Οφθαλμίατρος
dermatologist Δερματολόγος
general practitioner (GP)  Γενικός Γιατρός
oto[rhino]laryngologist Ωτορινολαρυγγολόγος
internist ειδικευόμενος
Other members of the medical team   Αλλα μέλη του Ιατρικού Προσωπικού
student nurse (male) Μαθητευόμενος νοσηλευτής
student nurse (female) Μαθητευόμενη νοσηλεύτρια
nurse Νοσηλευτής/Νοσηλεύτρια
night nurse (in charge) Νυχτερινός Νοσηλευτής
head nurse Προιστάμενος Νοσηλευτής
assistant nurse Βοηθός Νοσηλευτής/Νοσηλεύτρια
ward nurse Νοσηλευτής/Νοσηλεύτρια θαλάμου
day nurse (in charge) Εφημερεύων Νοσοκόμος
theatre nurse (UK) / operating room nurse (US) Νοσηλευτής Χειρουργείου /Εργαλειοδότης/-τρια
midwife  μαία
physiotherapist   φυσιοθεραπευτής
nurse anesthetist βοηθός αναισθησιολόγου
dietitian Διαιτολόγος
speech and language therapist  Λογοθεραπευτής / Λογοπαθολόγος
occupational therapist  εργοθεραπευτής
behavioural therapist Συμπεριφερικός Ψυχοθεραπευτής
psychologist Ψυχολόγος
paramedic  Παραϊατρικός/Παραϊατρικό προσωπικό
lab assistant Βοηθός Εργαστηρίου
radiographer Χειριστής Ραδιογράφου/Τομογράφου Ακτίνων Χ
Assistant in obductions  Βοηθός Ιατροδικαστή (ή σε Ιατροδικαστική έρευνα/αυτοψία)
Administration   Διοικητικό Προσωπικό 
caretaker Φύλακας
personnel manager Διευθυντής Προσωπικού 
legal advisor Νομικός Σύμβουλος
secretary Γραμματέας
typist Δακτυλογράφος
switchboard Τηλεφωνικό Κέντρο
chief of administration Διευθυντής Διοικητικού Προσωπικού
Useful phrases    Χρήσιμες Φράσεις
I'm a medical student in.... medical school. Είμαι φοιτητής/-τρια Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο…
I'm a fourth-year medical student Είμαι φοιτητής/-τρια Ιατρικής στο τέταρτο έτος…
I'm doing an Erasmus exchange  for 3 months Είμαι φοιτητής Ιατρικής με το πρόγραμμα Erasmus για τρείς μήνες
I qualified in medicine from .... university/medical school.  Έχω ολοκληρώσει της σπουδές μου στο Πανεπιστήμιο… 
I want to specialise in ... .  Θα ήθελα να κάνω ειδικότητα στην…
I'm a trainee, doing a surgical rotation. Είμαι ειδικευόμενος στη Χειρουργική (παρακολουθώ έναν κύκλο όλων των χειρουργικών ειδικοτήτων)

 

 

Hover over the word with the mouse to see the matching picture

Personal Equipment   Προσωπικός Εξοπλισμός
white coat    ρόμπα
scrubs    ρόμπα χειρουργείου
cap   σκουφάκι χειρουργείου
stethoscope   στηθοσκόπιο/ακουστικά 
- bell   - κώδωνας
- diaphragm   - διάφραγμα
- earpiece   - ακουστικό (ή προσώτιο)
tendon hammer    σφυράκι
tuning fork    διαπασών
- vibration head   - ξυράφι
tongue depressor    γλωσσοπΙεστρο
tape measure    μεζούρα
otoscope   ωτοσκόπιο
ophthalmoscope    οφθαλμοσκόπιο
pen-torch   (ιατρικός) διαγνωστικός φακός
tourniquet    τουρνικές ή αιμοστατική ταινία
head reflector   μετωπιαίο κάτοπτρο
Emergencies   Επείγοντα
defibrillator    απινιδωτής
face mask    μάσκα
Ambu bag    αναπνευστήρας/ασκός αερισμού
100% oxygen    100% οξυγόνο
ventilator    αναπνευστήρας/εξαεριστήρας
taking blood    αιμοληψία
(blood) tube    σωλήνας
mandrel   κοχλίας
needle holder   βελονοκάτοχο
drip   στάγδην
putting up a drip    συνεχής ενδοφλέβια χορήγηση
normal saline   φυσιολογικός ορός
5% dextrose   5% γλυκόζη
infusion set   συσκευή έγχυσης
drip stand    οροστήλη
blood pressure cuff   μανόμετρο
Working material   Εργαλεία
syringe    σύριγγα
cannula   κάνουλα
vacutainer    σωληνάριο
label   ετικέτα
central line    κεντρική γραμμή
three-way connector    
butterfly   πεταλούδα
sharps container    δοχείο αιχμηρών αντικειμένων
dressing    αυτοκόλλητος επίδεσμος
bandage    επίδεσμος
kidney dish   νεφροειδές δοχείο
latex examination gloves   γάντια μιάς χρήσεως/πλαστικά γάντια
surgical mask   μάσκα προσώπου
suture set with thread and needle   σετ συρραφής τραυμάτων
skin disinfecting spray   απολυμαντικά δέρματος σε σπρέϊ
skin disinfectant   απολυμαντικά δέρματος
swab   ταμπόν/βύσμα
cellulose swab    
scissors    ψαλίδι
blade, scalpel    νυστέρι
sticking plaster, band-aid    ταινία επίδεσης
adhesive tape    αυτοκόλλητος επίδεσμος
tweezers (surgical)   χειρουργική λαβίδα
tweezers (anatomical)   ανατομική λαβίδα
lubricant    λιπαντικό
Medication   Φάρμακα
pill, tablet   χάπι
capsule    παστίλια
drops   σταγόνες
ointment   κρέμα/αλοιφή
lotion   λοσιόν
suppository    υπόθετο
drug chart    φάκελλος ασθενούς
prescription    συνταγή
At the bedside   Στην κλίνη του θαλάμου
clinical thermometer   θερμόμετρο
oxymeter ('sats')    οξύμετρο
observations chart    πίνακας
crutch   πατερίτσα
plaster cast   γυψονάρθηκας
bedpan    πάπια
urine bottle    ουροσυλλέκτης
stretcher   φορείο
examination table   κρεβάτι εξέτασης
trolley    πι
urine bag    σάκος ουροκαθετήρα
wheelchair    αναπηρικό καροτσάκι

 

ward/unit  θάλαμος
ward round  επίσκεψη θαλάμου 
doctors' office  γραφείο γιατρού
sister's office/nurses' room  γραφείο νοσηλευτών
examination room  εξεταστήριο
admissions (of a hospital)  γραφείο εισαγωγών
ambulance  ασθενοφόρο 
emergency room (ER) επείγοντα
first aid  πρώτες βοήθειες
intensive care unit (ICU)  Εντατική Μονάδα
diagnostics department διαγνωστικό κέντρο
X-ray Ακτινογραφία
Echo Υπερηχογράφημα
MRI Μαγνητική Τομογραφία
CT Αξονική Τομογραφία
radiology department  Ακτινολογικό
laboratory/lab  Εργαστήριο
operating room (OR) /theatre room Αίθουσα Χειρουργείου
outpatient clinic - to send a patient to the outpatient clinic εξωτερικό Ιατρείο
clinic  ιατρείο
delivery room  αίθουσα τοκετού
pathology  παθολογοανατομία
pharmacy (U.S.)/chemists (U.K.)  φαρμακείο
patient's chart / previous history ιατρικός φάκελος/ιστορικό ασθενούς
to work a shift, to be on call εφημερεύω / έχω βάρδια

 

 

ward round επίσκεψη
doctors' office γραφείο γιατρού
to work a shift/nights έχω βάρδια/δουλεύω νυχτερινή βάρδια
to be on call εφημερεύω
General Practitioner / surgery Γενικός Ιατρός/Χειρουργος
appointment ραντεβού
Phones & Bleeps   Τηλέφωνα και Βομβητές
pager (bleep)  βομβητής
switchboard τηλεφωνικό κέντρο
extension  εσωτερικό
cardiac arrest call μονάδα ανάνηψης
Useful expressions   Χρήσιμες Εκφράσεις
Cardiac arrest on ward 1 καρδιακή ανακοπή στο διάδρομο1
Could you bleep Dr. X? Μπορείτε να καλέσετε τον γιατρό Χ;
He’s on extension 123 Είναι στο εσωτερικό 123
Paperwork   Γραφειοκρατία
clinical details ιατρικές πληροφορίες
medical history ιστορικό 
consent form συγκατάθεση
discharge summary εξιτήριο
drugs to take home θεραπεία/φάρμακα για το σπίτι
follow-up appointment παρακολούθηση
request forms (for investigations) έντυπα παραγγελίας εξετάσεων (για παρακλινικές εξετάσεις)
results αποτελέσματα
death certificate πιστοποιητικό θανάτου
Useful expressions   Χρήσιμες Εκφράσεις
I’m going to write in the notes Θα το γράψω στο φάκελλο
To do a discharge summary Γράφω σύντομο ιστορικό εξόδου/εξιτήριο
Write up the drugs to take home συνταγογράφηση των φαρμάκων για το σπίτι 
Arrange a follow-up/outpatients appointment κλείνω ένα ραντεβού για παρακολούθηση / στα εξωτερικά ιατρεία

 


Note: The vocabulary tables are provided as Excel Excel files. Each of them contains several spreadsheets according to the structure used on the website.

Download tables "Medical Environment":
greek-english Greek - English
Greek-French Greek - French
Greek-German Greek - German
Greek-Spanish Greek - Spanish
Greek-Catalan Greek - Catalan
Greek-Italian Greek - Italian
Greek-Norwegian Greek - Norwegian
Greek-Swedish Greek - Swedish
Greek-Polish Greek - Polish
Greek-Portuguese Greek - Portuguese
Greek-Slovenian Greek - Slovenian

 

 

 

   

  

 

 

 

 

 
        

© 2008-2024
MedineLingua.info v2.0
Page generated in 0.0027 seconds.